Σάββατο 6 Δεκεμβρίου 2014

70 Χρόνια από την Ηρωική Μάχη στο Σύνταγμα Μακρυγιάννη εναντίον των Εαμοβουλγάρων

Μιλώντας για την μάχη του Συντάγματος Μακρυγιάννη, δεν μπορούμε παρά να παραδεχτούμε ότι πρόκειται περί αληθινής επο­ποιίας η οποία φωτίζει την Νεοελληνική Ιστορία, και αποκρύπτεται συστηματικά έτσι ώστε τα παιδιά μας να μην γνωρίσουν ποτέ τι συνέβη ετούτες τις τόσο δύσκολες για τους μαχητές ημέρες. Συγ­χρόνως, η μάχη του Συντάγματος Μακρυγιάννη, έχει ιδιάζουσα σημασία για την ιστορία εκ του γεγονότος ότι, χάρις στην ηρωική αυτή αντίσταση, σώθηκε το ελεύθερο τμήμα της πρω­τεύουσας του Ελληνικού Κράτους και επομένως το ίδιο το Ελληνικό Κράτος από την κυριαρ­χία του κομμουνισμού.

Το Σύνταγμα Βασιλικής Χωροφυλακής το οποίον από στεγαζόταν στο κτιριακό συγκρότημα του άλλοτε Στρατιωτικού Νοσοκομείου Μακρυγιάννη, και ως εκ τούτου γνωστόν ήδη από την πολεμική περίοδο ως «Σύνταγμα Μακρυγιάννη», περιελάμβανε στους κόλπους του πολλούς από τους γενναιότερους και ικανότερους αξιωματικούς και οπλίτες του Σώματος, οι οποίοι είχαν ήδη, κατά την διάρκεια της κατοχής, ριφθεί σε σκληρούς αγώνες κατά του κατακτητού και κατά του εαμοελασιτισμού. Τα δύο κύρια οχυρά αμύνης του ελεύθερου κέντρου της πρωτεύουσας ήταν από την πλευρά της λεωφόρου Βασιλίσσης Σοφίας η Σχολή Βασιλικής Χωροφυλακής και από εκείνη της λεωφόρου Συγγρού το Σύνταγμα Μακρυγιάννη.


Αλλά ενώ πλη­σίον της Σχολής Βασιλικής Χωροφυλακής υπήρχαν τμήματα της Ταξιαρχίας Ρίμινι, το Σύνταγμα Μακρυγιάννη έφρασσε την κύ­ρια είσοδο προς το κέντρο των Αθηνών σχεδόν μόνο και απομονωμένο. Η στρατηγική σημασία του ήταν μεγάλη. Το Σύνταγμα Μακρυγιάννη ήταν το μόνο σοβαρό εμπόδιο για τα ελασιτικά στίφη, για να εξορμήσουν από τους Στύλους του Ολυμπίου Διός και τους Κήπους του Ζαππείου προς την πλατεία Συντάγματος, που απείχε μόλις μερικές εκατοντάδες μέτρα και η κατάληψη της οποίας θα σήμαινε κατάλυση των κυβερνητικών εξουσιών και τη νίκη τους. Άλλωστε, αυτή την εξόρμηση προς το κέντρο περίμεναν εναγωνίως οι εαμικές ορδές του Νέου Κό­σμου, της Γαργαρέττας και της Πλάκας, οι οποίες θα παρέδιδαν τα πάντα στη λεηλασία και την καταστροφή.

Οι κομμουνιστές γνώριζαν καλά ότι το κυριότερο φράγμα της προελάσεώς τους προς το κέντρο και της καθολικής κυριαρχίας τους επί της πρωτεύουσας ήταν το Σύνταγμα Μακρυγιάννη. Για να το εκπορθήσουν κατέστρωσαν στρατηγικά σχέδια οι καλύτεροι στρατιωτικοί του σύμβουλοι. Η ηγεσία των κομμουνι­στών διέθεσε για τον σκοπό αυτό τρία συντάγμα­τα Πεζικού του ΕΛΑΣ, ενισχυμένα και από εφεδρικές δυνάμεις του ΕΑΜ, συνολικού αριθμού 5.000 ανδρών, άρτια εξοπλισμένων με τουφέκια, αυτόματα, μυδράλια, βαρέους όλμους, αντιαρματικά πυροβόλα, χειροβομβίδες, δεσμίδες δυναμίτιδας και άφθονα πυρομαχικά. Στα ΒΔ υψώματα του Α' Νεκροταφείου είχαν στηθεί ισχυρά πυροβόλα, εντός της ακτίνας βολής των οποίων ήταν το συγ­κρότημα Μακρυγιάννη. Έναντι των ισχυροτάτων αυτών πολεμικών δυνά­μεων και μέσων του εχθρού, το Σύνταγμα Μακρυγιάννη διέθετε 88 αξιωματικούς της Βασιλικής Χω­ροφυλακής και 429 οπλίτες με πολύ ελλιπή εξοπλισμό.

Από την 24η Νοεμβρίου την διοίκηση του Συντά­γματος ανέλαβε ο συνταγματάρχης Γεώργιος Σα­μουήλ, αξιωματικός γενναίος, ικανός και κατεχόμενος από πατριωτικό πάθος εναντίον της κομ­μουνιστικής ανταρσίας.


Όλοι οι αξιωματικοί του Συντάγματος ήταν άνδρες γενναίοι και ενθουσιώδεις, τρέφοντες άσπονδο μίσος κατά τού κομμουνισμού ως ανατροπέως της τάξεως και φθορέως των εθνικών παραδόσεων, αποφασισμένοι να χύσουν το αίμα τους, ως οι τελευταίοι υπερασπιστές των εθνικών και πολιτικών ελευθεριών του Ελ­ληνικού Λαού. Αλλά και οι υπαξιωματικοί και οι απλοί χωροφύλακες, έχοντες σχεδόν όλοι αντιμε­τωπίσει σε σκληρές μάχες τον κομμουνισμό ως εχθρό της Πατρίδος, έμειναν εκεί με χαλυβδωμένη την ψυχή για τον αγώνα για την σωτηρία του έθνους και με την απόφαση της θυσίας για την νίκη. Οι πάντες είχαν συναίσθηση του γεγονότος ότι μόνο η νίκη, η αποτελεσματική αντίσταση κατά των αναρίθμητων κομμουνιστικών ορ­δών, θα αποτελούσε την σωτηρία της εναπομείνασας ελευθέρας Ελλάδος, αλλά και των ιδίων, διότι δεν αμφέβαλλαν καθόλου για την οικτρή τύχη που περίμενε τους πάντες σε περίπτωση κατακτήσεως του οχυρού τους και επικρατήσεως των κομμουνιστών. Ο διοικητής Σαμουήλ και ο αρχηγός πολεμικής αμύνης αντισυνταγματάρχης Κωστόπουλος δεν δίστασαν να το διακηρύξουν απερίφραστα προς τους άνδρες τους λίγες ώρες πριν την έναρξη της ελασιτικής επιθέσεως.

«Πάρετέ το απόφασιν, είμεθα όλοι μελλοθάνα­τοι. Βάλετέ το καλά εις τον νουν σας, ότι μόνον η νίκη θα σώση και την Ελλάδα και ημάς τους ίδιους. Ας αποθάνωμεν τουλάχιστον όχι από τας μαχαίρας των αναρχικών, αλλ’ επί του πεδίου της μάχης διά την τιμήν και την ελευθερίαν της Πατρίδος μας!»

Από το πρωί της 5ης Δεκεμβρίου, το εφεδρικόν ΕΑΜ με τα γυναικόπαιδα, συνωστίζονται στις γύρω παρόδους, όπου αντηχούν αλαλαγμοί των θηρίων. Εκατοντάδες χωνιά έχουν τεθεί σε ενέργεια καλούντα τον λαό σε συναγερμό, διότι επίκειται η εξολόθρευση των εχθρών του λαού και των προδοτών, οι οποίοι «τρέμοντες διά την τιμωρίαν η οποία τούς ανέμενε, είχον κλεισθή εις το κτίριον των Στρατώνων Μακρυγιάννη». Όσο πλησίαζε το μεσημέρι, ομάδες ένοπλων ελασιτών εμφανίζονταν στις παράπλευρες οδούς, κατασκοπεύοντας τα αμυντικά μέ­τρα. Πολλοί από αυτούς συνοδεύονταν από γυναίκες και παιδιά με χωνιά, που καλούσαν τους υπερσπιστές να παραδοθούν όσο υπήρχε ακόμη καιρός, για να σώσουν τη ζωή τους, αλλιώς θα περνούσαν από μαχαίρι, το οποίο μάλιστα πολλοί και πολλές κράδαιναν επιδεικτικά. Αξιωματικοί και οπλίτες, συμφώνως προς τις διαταγές τις οποίες είχαν λάβει, παρέμεναν ακίνητοι στις θέσεις τους μην απαντώντας στις ύβρεις και τις προκλήσεις.

Από τις πρώτες απογευματινές ώρες, τα παρα­τηρητήρια του Συντάγματος διαπίστωσαν ομαδικές κινήσεις μεγάλων ελασιτικών δυνάμεων από του Σταδίου, του Αρδηττού και των γύρω περιοχών, προς την λεωφόρον Συγγρού, ενώ πολεμικό υλικό μεταφερόταν προς τις συνοικίες Μακρυγιάννη, Γαργαρέττας και στους γύρω από το θέατρο Διονύσου χώρους. ΄Ηταν πλέον προφανές ότι πλησίαζε η ώρα της επιθέσεως. Ο διοικητής συνταγματάρχης Σαμουήλ, καλώντας τους αξιωματικούς, τους απηύθυνε, με τρεμάμενη από τη συγκίνηση φωνή, τα πιο κάτω απλά, αλλά συγκλονιστικά στην απλότητα της εκφράσεως του πατριωτικού παλμού τους, λόγια:

«Παιδιά μου, σήμερον ή αύριον θα αντιμετωπίσωμεν πολυάριθμον, επικίνδυνον και καλά εξοπλισμένον εχθρόν, φανατικόν εις την εγκληματικήν του ιδεολογίαν. Πρέπει να αγωνισθώμεν όλοι μας, με την ιδίαν αποφασιστικότητα και την ιδίαν πίστιν που επέδειξε πάντοτε το Σώμα της Βασιλικής Χωροφυλα­κής, από τα παλιά χρόνια μέχρι σήμερον. Πιθανόν να υποχρεωθούμε να αμυνθώμεν μέχρις εσχάτων, και πιθανόν να χρησιμοποιήσωμεν και την λόγχην, ακόμη και να έλθωμεν σώμα προς σώμα με τους κομμουνιστάς. Η θυσία διά την Πατρίδα πρέπει να μας εμπνέει και το υπέρτατον χρέος προς την τιμήν των όπλων μας, πρέπει να μας οιστρηλατεί. Καμμία ανθρωπίνη δύναμις εις τον κόσμον δεν είναι δυνατόν να μας λυγίσει και να μας υποτάξει, όταν έχωμεν μπροστά μας το παράδειγμα των Σουλιωτών και των Πολιορκημένων του Μεσολογγίου, που ηναγκάσθησαν να τρέφωνται και με φύλλα δένδρων ακόμη διά να μη παραδοθούν. Η Ελληνική Ιστορία είναι γε­μάτη από δάκρυα και αίμα, ηρωισμούς και θυσίας. Γι’ αυτό συνεχίζει τον ένδοξον δρόμον της η αθάνατη αυτή φυλή που ελάτρευσε την ανδρείαν και εθεοποίησε την παλληκαριά. Δεν θα λογαριάσωμε τον αριθμόν των αντιπάλων μας. Τον Οκτώβριον του 1940, το ίδιο επράξαμε. Η ανδρειωμένη ψυχή της φυλής μας δεν ελογάριασε τα εκατομμύρια των λογ­χών του εχθρού, γιατί η παλληκαριά δεν μετριέται με τον πήχυν, ούτε ζυγίζεται. Δημιουργεί, εξυψώνει και επιτυγχάνει θαύματα. Ο εχθρός δεν πρέπει να καταλάβη το οχυρόν μας. «ΔΕΝ ΘΑ ΠΕΡΑΣΟΥΝ» αυτό θα είναι το σύνθημά μας, αυταί αι λέξεις πρέ­πει να σας εμπνέουν και να σας καθοδηγούν».


«ΔΕΝ ΘΑ ΠΕΡΑΣΟΥΝ» ανέκραξαν όλοι οι αξιωματικοί ως μία φωνή, και δοθέντος αμέσως του συν­θήματος του συναγερμού έτρεξαν με ενθουσιασμό και με την απόφαση πάσης θυσίας για τη νίκη, στις θέσεις τους.

Στις 05.00 το πρωί της 6ης Δεκεμβρίου 1944, ο διοικητής εξωτερικής αμύνης, Ταγματάρχης Συμινελάκης επιθεώρησε όλα τα εξωτερικά φυλάκια. Λίγο αργότερα, στις 05.45, επιστρέφοντας, καθώς περνούσε την νότια πύλη ακούσθηκαν 6 πυροβολισμοί από περίστροφο από κάποιο σπίτι σε παρακείμενη οδό. Αμέσως αντήχησαν οι καμπάνες των εκκλησιών στις γύρω συνοικίες, σαλπίσματα και αλαλαγμοί καθώς οι πυροβολισμοί αυτοί ήταν το σύνθημα για την πρώτη γενική επίθεση των ΕΛΑΣιτών.

Μετά την παρέλευση λίγων δευτερολέπτων ένας καταιγισμός από πυρά αυτόματων όπλων και τυφεκίων, εκρήξεων χειροβομβίδων, ομαδικών βολών όλμων και πυροβόλων κτύπησε τους στρατώνες της Βασιλικής Χωροφυλακής. Το προπαρασκευαστικό αυτό πυρ διήρκεσε επί μιάμιση ώρα αποσκοπώντας στην δημιουργία απωλειών ανάμεσα στους υπερασπιστές του Μακρυγιάννη αλλά και στον κλονισμό τους ώστε να προβάλλουν ασθενική αντίσταση. Ιδιαίτερα καταστρεπτικά ήταν τα πυρά από τα ορειβατικά πυροβόλα των κομμουνιστών που ήταν ταγμένα στους λόφους Αρδήττου και Φιλοπάππου και που εχειρίζοντο έμπειροι Γερμανοί και Ιταλοί λιποτάκτες.

Το επιτελείο των ΕΛΑΣιτών, ευθύς εξ' αρχής είχε αντιληφθεί ότι για να καταστεί δυνατή η επίθεση στο Σύνταγμα έπρεπε να εξαλειφθούν τα εξωτερικά φυλάκια καθώς αυτά κάλυπταν όλες τις προσβάσεις προς τους στρατώνες με αποτέλεσμα να απαγορεύουν την προσέγγιση σε αυτούς και να προκαλούν βαρείες απώλειες στους επιτιθεμένους. Στις 07.00, λόχοι του ΕΛΑΣ πλαισιούμενοι από μάζες ενόπλων πολιτών, ανδρών και γυναικών, των εφεδρικών μονάδων του ΕΛΑΣ, εξόρμησαν με αλαλαγμούς κατά των οικιών που περίστοίχιζαν τους στρατώνες και τα φυλάκια. Οι τακτικές δυνάμεις του ΕΛΑΣ στράφηκαν κυρίως κατά των φυλακίων ενώ οι εφεδρικές παρενοχλούσαν το Σύνταγμα εκτοξεύοντας αυτοσχέδιες εμπρηστικές βόμβες, δέσμες δυναμιτών και χειροβομβίδες από τις ταράτσες και τα παράθυρα των κοντινών πολυκατοικιών. Αρκετές ομάδες άνοιξαν οπές στους τοίχους των οικιών προσπαθώντας να φθάσουν στα φυλάκια μέσα από τα συγκεκαλυμμένα αυτά δρομολόγια.

Σύντομα κύριο στόχο των ΕΛΑΣιτών απετέλεσε το 7ο Φυλάκιο καθώς απαγόρευε την προώθηση τους από τις οδού Βεΐκου, Φαλήρου και Δημητροπούλου, οι οποίες αποτελούσαν τις κύριες οδούς προσέγγισης των ανταρτών προς το στρατόπεδο από τον Νότο. Οι 22 άνδρες του φυλακίου είχαν κατανεμηθεί σε διάφορους ορόφους ώστε να υπερασπίσουν την τετραώροφη πολυκατοικία. Στην ταράτσα ευρίσκετο ο διοικητής του φυλακίου Μοίραρχος Παπακώστας και 9 χωροφύλακες, στον τρίτο όροφο 5 χωροφύλακες, δυο στην πλευρά της ταράτσας προς την οδό Χατζηχρήστου, δύο στην πλευρά της ταράτσας προς την οδό Μακρυγιάννη ενώ στον πρώτο όροφο δυο χωροφύλακες και ένας ένοικος της πολυκατοικίας, ο Ταγματάρχης Πεζικού Θ. Ντούνης.


Η επίθεση των ΕΛΑΣιτών με κάθε είδους πυρά ήταν σφοδρότατη. Η ταράτσα εθερίζετο από διασταυρούμενα πυρά και γρήγορα δυο χωροφύλακες τραυματίσθηκαν. Τουλάχιστον 400 ΕΛΑΣίτες είχαν αφοσιωθεί στην εκπόρθηση του φυλακίου το οποίο τους προκαλούσε βαρείες απώλειες. Γύρω στις 10.00 τα πυρομαχικά των χωροφυλάκων είχαν σχεδόν εξαντληθεί. Το αίτημα των υπερασπιστών για αποστολή πυρομαχικών και έξοδο του άρματος δεν ικανοποιήθηκε καθώς το δεύτερο είχε υποστεί βλάβη ενώ οι δρόμοι ήταν πεδία θανάτου από τις χιλιάδες βολίδες και τα θραύσματα των εκρήξεων από όλμους που τους όργωναν.
Μετά από λίγο ο Μοίραρχος Παπακώστας και ο Ταγματάρχης Ντούνης τραυματίσθηκαν ενώ ο χωροφύλακας Γρυπαίος καταπλακώθηκε από ερείπια, κατόπιν μιας εύστοχης βολής όλμου. Με την ταράτσα σε κατάσταση κατάρρευσης οι χωροφύλακες υπό τον Παπακώστα και οι χωροφυλακές του τρίτου ορόφου αποσύρθηκαν στον δεύτερο όροφο. Μια πρόταση για απελπισμένη έξοδο προς τους στρατώνες απερρίφθη ως αυτοκτονία ενώ μια προσπάθεια να κληθούν ενισχύσεις μέσω της αποστολής του χωροφύλακα Βισβίκη απέτυχε.

Στις 12.00 μια ομάδα ΕΛΑΣιτών κατόρθωσε να ανατινάξει την κεντρική είσοδο της πολυκατοικίας με δυναμίτη ενώ μια άλλη με τον ίδιο τρόπο εισήλθε στο υπόγειο. Αμέσως μεγάλος αριθμός ΕΛΑΣιτών άρχισε να κατακλύζει την πολυκατοικία και να ανεβαίνει τις σκάλες προς τον δεύτερο όροφο. Στην σκάλα του δευτέρου ορόφου εδόθη μάχη σώμα με σώμα μεταξύ των χωροφυλάκων και των ΕΛΑΣιτών αρκετοί από τους οποίους έπεσαν μαχαιρωμένοι καθώς μόνο οι ξιφολόγχες είχαν απομείνει στους περισσότερους υπερασπιστές ως χρήσιμο όπλο. Τελικά ΕΛΑΣίτες, οι οποίοι ανέβηκαν από την σιδερένια σκάλα υπηρεσίας στον δεύτερο όροφο, επιτέθηκαν εκ των όπισθεν στους υπερασπιστές, οι οποίοι κατάκοποι, τραυματισμένοι και ουσιαστικά άοπλοι συνελήφθησαν ζωντανοί, εκτός τριών που κατόρθωσαν και διέφυγαν.


Οι αιχμάλωτοι ξεγυμνώθηκαν και περιφέρθηκαν στις παρακείμενες οδούς υφιστάμενοι κτυπήματα από κοντάκια όπλων και ρόπαλα, χαστουκιά, κλωτσιές και μαχαιριές από έναν αφηνιασμένο όχλο Ολόκληρη την νύκτα της 6ης προς 7ης Δεκεμβρίου βασανίσθηκαν και τελικά οδηγήθηκαν σε μακρινές χαράδρες όπου τους έβγαλαν τα μάτια, τους έκοψαν τα αυτιά, τις μύτες και τις γλώσσες. Σε αυτή την κατάσταση τους εκτέλεσαν.

Μετά το 7ο σειρά είχαν τα 5ο και 6ο Φυλάκια τα οποία κάλυπταν επίσης τις νότιες προσβάσεις των στρατώνων. ΕΛΑΣίτες και όχλος κατόρθωσαν το μεσημέρι να εισέλθουν σε οικίες στην απέναντι πλευρά της οδού Χατζηχρήστου, έναντι των φυλακίων και άρχισαν να εκτοξεύουν χειροβομβίδες στις ταράτσες τους καθώς αυτές στις οποίες ευρίσκοντο ήταν υψηλότερες. Ταυτόχρονα ένας καταιγισμός πυρών σάρωσε τα παράθυρα των κτιρίων από πολύ μικρή απόσταση. Σύντομα σκοτώθηκαν ο Ανθυπομοίραρχος Ψαρρός, ο Ανθυπασπιστής Παπασπυρόπουλος και 5 χωροφύλακες ενώ οι υπόλοιποι τραυματίσθηκαν. Ο Μοίραρχος Κοντάκος, διοικητής του φυλακίου, μετέφερε τον ετοιμοθάνατο Ενωμοτάρχη Παπαδάκη σε έναν αντικρινό φούρνο όπου τον άφησε σε δύο Άγγλους στρατιώτες να τον φροντίσουν. Τελικά, όταν συνελήφθησαν και οι τρεις από τους ΕΛΑΣίτες, ο Παπαδάκης εκτελέσθηκε. Οι υπόλοιποι τραυματίες των δυο φυλακίων αποφάσισαν να κάνουν μια απελπισμένη έξοδο η οποία τελικά επέτυχε και οι χωροφύλακες έφθασαν ασφαλείς στον περίβολο του Συντάγματος.

Αν δεν υπήρχε η αντίσταση του Συντάγματος Μακρυγιάννη, τα ελασιτικά στρατεύματα θα έφθαναν εύκολα στην πλατεία Συντάγματος. Ο εκεί χώρος, μέχρι την πλατείας Φιλικής Εταιρείας (Κολωνάκι) και την πλατεία Ομονοίας, ο μόνος κατά τις πρώτες ημέρες του Δεκεμβριανού κινήματος απομένων ελεύθερος χώρος της πρωτεύουσας, όπου βρίσκονταν και οι εκπροσωπούσες το Ελληνικό Κράτος κυβερνητικές εξουσίες, δεν θα ήταν εύκολο να υπερασπισθεί, αν η πλατεία Συντάγματος έπεφτε στα χέρια των ελασιτών.

Η αποτελεσματική άμυνα του Συντάγματος του Μακρυγιάννη αποτέλεσε έναν από τους πρωταρχικούς παράγοντες της αποσοβήσεως καταλήψεως της Ελληνικής πρωτεύουσας από τα επαναστατημένα ελασιτικά στοιχεία και, κατά λογική συνέπεια, της εγκαθιδρύσεως εαμικού καθεστώτος στην Ελλάδα.


Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι οι ηρωικοί εκείνοι άνδρες της Βασιλικής Χωροφυλακής, οι οποίοι κλεισμένοι στο Σύνταγμα Μακρυγιάννη, άλλοι φονεύθηκαν από τις σφαίρες των στασιαστών, άλλοι έπεσαν στα χέρια τους και κατέληξαν εν μέσω φρικωδών μαρτυρίων και άλλοι υπέστησαν αφάνταστες ταλαιπωρίες, μαχόμενοι επί πολλά μερόνυχτα στην πρώτη γραμμή του πυρός, προς υπεράσπιση των ελευθεριών του Ελληνικού λαού, είναι άξιοι της εθνικής ευγνωμοσύνης. Άλλωστε, αυθόρμητα και αβίαστα, η Ελληνική συνείδηση κατέταξε τούς μαχητές του Συντάγματος Μακρυγιάννη μεταξύ των ηρώων της ελευθερίας και έγραψε τα γεγονότα των ημερών εκείνων στις σελίδες εκ των λαμπρότερων της Νεώτερης Ελληνικής Ιστορίας. Πρόκειται περί μιας εποποιίας αντάξιας των παραδόσεων του Ελληνικού Έθνους.



--------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------Το ετήσιο μνημόσυνο υπέρ αναπαύσεως των ψυχών των πεσόντων, υπέρ πίστεως και πατρίδος, στην μάχη των Αθηνών, τον Δεκέμβριο του 1944: Το μνημόσυνο θα τελεσθεί στον Ιερό Ναό του Αγίου Γεωργίου, στο Σύνταγμα Βασιλικής Χωροφυλακής Μακρυγιάννη (σταθμός Ακρόπολη-Μετρό) την Κυριακή 7 Δεκεμβρίου 2014 και ώρα 09:30. Μετά την επιμνημόσυνη δέηση θα ακολουθήσει η κατάθεση στεφάνων στο μνημείο των πεσόντων.

Πρόγραμμα
  • 09:30 Πέρας προσελεύσεως προσκεκλημένων και κοινού
  • 10:00 Επιμνημόσυνη δέηση
  • 10:30 Ομιλία
  • 11:00 Προσκλητήριο νεκρών
  • 11:10 Κατάθεση στεφάνων
  • 11:20 Τήρηση ενός λεπτού σιγής
  • Εθνικός Ύμνος - Πέρας εκδηλώσεως

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου